Πολλά φλαβονοειδή έχουν σπασμολυτικές, αντιαλλεργικές, διουρητικές και ανθελμινθικές δράσεις. Η συμβολή τους στην ανθρώπινη υγεία έχει αποδειχθεί σε πολλές περιπτώσεις ευεργετική, καθώς ενεργοποιούν ένζυμα τα οποία μειώνουν την πιθανότητα εμφάνισης συγκεκριμένων τύπων καρκίνου, καρδιακών παθήσεων και εκφυλιστικών παθήσεων που σχετίζονται με τη γήρανση. Κάποιες από αυτές τις ουσίες συμβάλλουν επίσης στην καλύτερη υγεία των δοντιών και τη μείωση της εκδήλωσης κοινών ασθενειών όπως η γρίπη.
Τα φλαβονοειδή αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες χημικές κατηγορίες δευτερογενών μεταβολιτών που απαντώνται στο φυτικό βασίλειο. Παρόλο που δεν σχετίζονται με την επιβίωση ενός φυτού, προσδίδουν στα φυτά έντονα χρώματα και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προστασία τους από παθογόνους μικροοργανισμούς, υπεριώδη ακτινοβολία και φυτοφάγα ζώα. Τα ζώα και οι μύκητες δε διαθέτουν τη δυνατότητα σύνθεσης φλαβονοειδών, με εξαίρεση το κοράλι Echinophora lamellosa και τους μύκητες Aspergillus candidus και Phalus impudicus. Η πρόσληψη φλαβονοειδών μέσω της τροφής σε πολλές περιπτώσεις έχει δειχθεί ότι είναι ευεργετική για τον άνθρωπο. «wikipedia.org»
Περίπου 50 δείγµατα µελιού αναλύθηκαν µε υγρή χρωµατογραφία (συζευγµένη µε σειρά διόδων και φασµατοσκοπία µαζών – LC/DAD/MS) για τη µελέτη των φλαβονοειδών συστατικών τους.
Έγινε µια πρώτη διερευνητική ανάλυση σε δείγµατα διαφορετικής βοτανικής προέλευσης (θυµαρίσιο, χαρουπιάς, πορτοκαλιάς, ερείκης, πολυανθικά, µελιτώµατος πεύκου και ελάτης) και στη συνέχεια, µια πιο λεπτοµερής εξέταση των πευκόµελων από διάφορες γεωγραφικές περιοχές της Ελλάδας (Χαλκιδική, Εύβοια, Πελοπόννησος, Κρήτη, Ρόδος).
Έγινε µια πρώτη διερευνητική ανάλυση σε δείγµατα διαφορετικής βοτανικής προέλευσης (θυµαρίσιο, χαρουπιάς, πορτοκαλιάς, ερείκης, πολυανθικά, µελιτώµατος πεύκου και ελάτης) και στη συνέχεια, µια πιο λεπτοµερής εξέταση των πευκόµελων από διάφορες γεωγραφικές περιοχές της Ελλάδας (Χαλκιδική, Εύβοια, Πελοπόννησος, Κρήτη, Ρόδος).
Ανιχνεύθηκαν 26 διαφορετικά συστατικά, 8 από τα οποία ταυτοποιήθηκαν πλήρως: ναρινγκενίνη, κβερκετίνη, λουτεολίνη, εσπερετίνη, καµφερόλη, ισοραµνετίνη, πινοσεµπρίνη και χρυσίνη.
Τα φλαβονοειδή του μελιού μπορεί να προέρχονται από την πρόπολη, τη γύρη, αλλά και το νέκταρ ή το μελίτωμα που οι μέλισσες συλλέγουν (Tomás-Barberán et al., 2001)
Από τη στατιστική ανάλυση των αποτελεσµάτων προέκυψε σηµαντική συσχέτιση µεταξύ της σύστασης σε φλαβονοειδή και της βοτανικής-γεωγραφικής προέλευσης των µελιών (τόσο για µεµονωµένα συστατικά όσο και για συνδυασµό αυτών).
ΗΜΕΡΙ∆Α ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΑΣ, «ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ∆Α ΚΑΙ ∆ΙΕΘΝΩΣ», ΓΠΑ, 2011
∆ΙΟΡΓΑΝΩΣΗ : ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΑΣ – ΣΗΡΟΤΡΟΦΙΑΣ
Aboud Farid1 , Γώτσιου Π., Καραµπουρνιώτη Σ., Κεφάλας Π. / Μεσογειακό Αγρονοµικό Ινστιτούτο Χανίων (ΜΑΙΧ), Μελισσοκοµική Εταιρεία ‘ΑΤΤΙΚΗ-ΠΙΤΤΑΣ’
Επιμέλεια: MelissokomiaNet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου