ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΙ ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΟΙ – Αναζητώντας τα ίχνη τους στον ελλαδικό χώρο


Στην Κνωσό ο Evans ονόμασε ένα μικρό δωμάτιο ιδιωτικού σπιτιού «δωμάτιο λατρείας του φιδιού» επειδή θεώρησε ότι τα αγγεία που περιείχε αφορούσαν σε μια τέτοια λατρεία.
Η νεότερη έρευνα αναγνώρισε σε αυτά μελισσοκομικά σκεύη στην αποθήκη μελισσοκόμου.


ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Β. ΧΑΡΙΣΗΣ
Καθηγητής Χειρουργικής, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

 ΈΝΑ ΤΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ προϊόν όπως το μέλι δεν θα μπορούσε να είχε αγνοηθεί από τους προϊστορικούς κατοίκους του ελλαδικού χώρου, πόσω μάλλον όταν η ελληνική φύση ευνοεί ιδιαίτερα την άσκηση της μελισσοκομίας με κυψέλες. Όμως, μέχρι πρόσφατα, ελάχιστα στοιχεία διαθέταμε για την ύπαρξη της μελισσοκομίας στο χώρο αυτό κατά την Προϊστορική εποχή. Τα στοιχεία αυτά περιορίζονταν στα λίγα νεολιθικά και μινωικά όστρακα αγγείων που έφεραν ίχνη κεριού, καθώς και στην ύπαρξη της λέξης «μέλι» (me-ri) στις πινακίδες της Γραμμικής Β. Ωστόσο, είναι αδύνατον να πει κανείς αν το κερί και το μέλι προέρχονταν από άγριες μέλισσες ή από μέλισσες σε κυψέλες. Βέβαια, οι απεικονιζόμενες λεπτομέρειες στο γνωστό μινωικό περίαπτο από τη Νεκρόπολη Μαλίων προδίδουν άριστη γνώση της διαδικασίας παραγωγής μελιού από τη μέλισσα και θα μπορούσαν ενδεχομένως να αποδοθούν στην ύπαρξη μελισσοκομίας με κυψέλες, υπόθεση που ενισχύεται και από την εύρεση προϊστορικών καπνιστηριών. Οριστικά καταφατική απάντηση στην παραπάνω αβεβαιότητα έδωσε η νεότερη έρευνα με την αναγνώριση πολλών μελισσοκομικών σκευών, τα οποία δεν είχαν ταυτιστεί ως τέτοια από τους αρχικούς ανασκαφείς τους.

Κυψέλες

Πριν από την ευρεία εξάπλωση της μοντέρνας κυψέλης, που ανακαλύφθηκε το 1866 αλλά άρχισε να διαδίδεται στην Ελλάδα κυρίως μετά το 1930, η τυπολογία των κυψελών διέφερε από περιοχή σε περιοχή. Μεγάλη ποικιλία μορφών και υλικών βρίσκονταν σε χρήση μέχρι περίπου το 1960. Τα αρχαιολογικά ευρήματα της Κλασικής περιόδου αφορούν σε κυψέλες από πηλό, πράγμα αναμενόμενο δεδομένης της αντοχής του υλικού αυτού στο χρόνο. Γνωρίζουμε όμως ότι πολλά διαφορετικά υλικά χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή κυψελών. Ο Βάρρων, ο Βιργίλιος, ο Κολουμέλλας, ο Πλίνιος και ο Παλλάδιος στη Ρωμαϊκή εποχή αναφέρουν ως κατάλληλα υλικά το φλοιό δέντρου, τα κλαδιά νάρθηκα και λυγαριάς, τις κουφάλες δέντρων, τις ξύλινες σανίδες, τη σβουνιά αγελάδας, την ξεραμένη στον ήλιο λάσπη, τον πηλό, τα τούβλα και τις πέτρινες πλάκες.

  08 Μινωική κεραμική «κάθετη κυψέλη» από την Κάτω Σύμη Κρήτης (Λεμπέση 1983, πίν. 247c). - 09 Μινωική «κυψέλη» από το Κοντοκέφαλο Καρπάθου (Melas 1999, CVIIIa, c).

 Δύο τύποι κυψέλης των ιστορικών χρόνων έχουν αναγνωριστεί: η οριζόντια και η κάθετη κυψέλη. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι κάθετες πήλινες κυψέλες χρησιμοποιούνταν ήδη στη Μέση Μινωική ΙΙ περίοδο στην Κρήτη, στην Κάσο και στην Κάρπαθο. Μια τέτοια «κάθετη κυψέλη» πιστεύεται ότι είναι το σχεδόν ακέραια σωζόμενο αγγείο, που φέρει εγχαράξεις στο εσωτερικό του, από την Κάτω Σύμη Βιάννου στην Κρήτη (εικ. 8). Ένα άλλο αγγείο του τέλους της Μέσης Μινωικής ΙΙ περιόδου, από τον Κομμό, με εγχαράξεις που περιορίζονται στο κατώτερο μισό της εσωτερικής επιφάνειάς του, έχει επίσης χαρακτηριστεί ως «κάθετη κυψέλη». Αρκετά προϊστορικά όστρακα αγγείων που φέρουν εσωτερικές εγχαράξεις, και που γι’ αυτόν και μόνο το λόγο έχουν χαρακτηριστεί ως τμήματα κυψελών, έχουν βρεθεί σε διάφορα σημεία στην Κρήτη (Νεροκούρος, Σφακιά,Κόκκινο Φρύδι) και στα νησιά Κάσος και Κάρπαθος (σε 13 συνολικά θέσεις της ΜΜ-ΥΜΙ εποχής). Δύο κωδωνόσχημα αγγεία από την Κάσο και την Κάρπαθο με οριζόντια λαβή έχουν παραλληλιστεί με άλλα αποτμήματα «λεκανών» ή «πίθων με στόμια σε σχήμα οπής» που έχουν βρεθεί σε διάφορες θέσεις στην Κρήτη, όπως στο Παλαίκαστρο (ΜΜ-ΥΜΙ), στο Λασίθι (ΠΜ-ΜΜΙΙΙ) και στα Μάλια (ΜΜΙ-ΙΙ).
 

Συγκεκριμένα, τα πέντε αγγεία («κάδοι») από τα Μάλια (εικ. 2) με κάθετες λαβές, ύψους 34 εκ., διαμέτρου 40-46 εκ., χωρητικότητας 29-35 λίτρων και με εσωτερικές εγχαράξεις, ταυτίστηκαν με κυψέλες, αν και η υπόθεση αυτή έχει απορριφθεί κατηγορηματικά από τους ανασκαφείς. Ένα σχεδόν πλήρες (αποκατεστημένο) δείγμα παρόμοιας «κυψέλης» προέρχεται από το Κοντοκέφαλο Καρπάθου (εικ. 9). Βρέθηκε μαζί με άλλα αγγεία στο δάπεδο ενός αποθηκευτικού χώρου. Έχει ύψος 31,5 εκ. και διμετρο στομίου 45,6 εκ. Φέρει δύο κάθετες λαβές στη μέση του ύψους του και μικρή οπή στο κέντρο του πυθμένα του. Εγχαράξεις καλύπτουν όλη την εσωτερική επιφάνειά του. Επειδή οι εγχαράξεις αυτές δεν μοιάζουν με τις εγχαράξεις των κυψελών της Ελληνορωμαϊκής εποχής, η ταύτισή του με κυψέλη έχει αμφισβητηθεί.

10 Χρυσό δακτυλίδι από το Σελλόπουλο Κνωσού - 11 «Κυψέλη» από το Καστέλι Χανίωv

 Η ύπαρξη οπής στο κατώτερο τοίχωμα, προς τη βάση, μιας λεκάνης με εσωτερικές εγχαρά- ξεις, από τον Μόχλο (ΥΜΙΙΒ), οδήγησε στην υπόθεση (αν και όχι από τους ανασκαφείς) ότι θα μπορούσε να αποτελεί τμήμα κυψέλης. Όμως η διάμετρος της οπής (περίπου 5 εκ.) είναι εξαιρετικά μεγάλη για οπή εισόδου-εξόδου μελισσών, η οποία στις κυψέλες της Ιστορικής περιόδου έχει συνήθως διάμετρο 1-3 εκ. Ένας μεγάλος πίθος (ΥΜΙΙΙΒ) με διάμετρο βάσης 26 εκ., διάμετρο χείλους 32 εκ., ύψος περίπου 30 εκ., με εσωτερικές εγχαράξεις στο κατώτερο μέρος της εσωτερικής επιφάνειας και με δύο οριζόντιες λαβές στο άνω τμήμα του σώματος, από το Καστέλι Χανίων της Κρήτης, έχει επίσης χαρακτηριστεί ως κάθετη κυψέλη (εικ. 11). Η απουσία οπής εισόδου-εξόδου μπορεί να οφείλεται στο ότι μεγάλο τμήμα του αγγείου δεν διατηρήθηκε. Από τμημα ενός παρόμοιου αγγείου της ΥΜΙΙΙΓ έχει βρεθεί στην ίδια θέση. Επίσης, μία λεκάνη της ΥΜΙΙΙΓ από την Κνωσό έχει χαρακτηριστεί ως πιθανή κάθετη κυψέλη.
 Πρέπει να τονιστεί ότι στα αγγεία αυτά η ύπαρξη εσωτερικών εγχαράξεων δεν παραπέμπει από μόνη της απαραιτήτως σε κυψέλες, εφόσον και άλλα χρηστικά αγγεία έφεραν το χαρακτηριστικό αυτό, όπως αγγεία για την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων ή για τρίψιμο τροφών, ακόμα και απλές κούπες, ενώ, σύμφωνα με μία υπόθεση, η εσωτερική εγχάραξη βοηθούσε στην όπτηση αγγείων με παχύ τοίχωμα. Επιπλέον, οι παραδοσιακές κεραμικές κυψέλες σπάνια έχουν εσωτερικές εγχαράξεις — οι οποίες σε κάθε περίπτωση βοηθούν στην κατασκευή της κηρήθρας μόνο στις οριζόντιες κυψέλες, ενώ στις κάθετες δεν εξυπηρετούν σε τίποτα. Οι υποθέσεις ότι οι εσωτερικές εγχαράξεις στις κάθετες κυψέλες αποτελούν «μια ασυναίσθητη συνέχεια της κατασκευαστικής πρακτικής των οριζόντιων κυψελών» ή «μια απόπειρα μίμησης των πλεκτών κυψελών» είναι αδύναμες. Το σύγχρονο αρχαιολογικό «δόγμα» ότι «η εσωτερική εγχάραξη ισούται με κυψέλη» έχει οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα που από μελισσοκομικής άποψης είναι εντελώς παράλογα, όπως το να θεωρηθούν ως κάθετες κυψέλες αγγεία με ανεπαρκή χωρητικότητα.
Άλλα, πολύ πιο αξιόπιστα, διαγνωστικά χαρακτηριστικά κυψελών έχουν προταθεί: α) χωρητικότητα 40-50 λίτρα (αν και κάποιες κυψέλες μπορεί να έχουν τη διπλάσια, ενώ κάποιες άλλες, καλαθόπλεκτες, τη μισή), β) ίχνη κεριού και γ)οπή ή οπές εισόδου-εξόδου των μελισσών, διαμέτρου 1-2 εκ. Μια οπή στο κατώτερο μέρος του τοιχώματος είναι πολύ πιο ασφαλές διαγνωστικό στοιχείο απ' ό,τι οι εσωτερικές εγχαράξεις. Λόγω όμως της αποτετμημένης φύσεως των παραπάνω προϊστορικών ευρημάτων, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αδύνατον να διαπιστωθεί με σιγουριά η ύπαρξη οπής. Η οπή στο κέντρο του πυθμένα του αγγείου από το Κοντοκέφαλο, που θεωρήθηκε ως σημείο εισόδου-εξόδου των μελισσών, οδήγησε στην υπόθεση ότι το αγγείο τοποθετούνταν ανάποδα. Πράγματι, μόνο σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσαν να έχουν νόημα οι δύο κάθετες λαβές στο κατώτερο μέρος του τοιχώματος. Όμως εθνογραφικά δείγματα τέτοιων ανάποδα τοποθετημένων κυψελών, αντίθετα με τους ισχυρισμούς του αρχαιολόγου που ανακάλυψε το αγγείο, δεν υπάρχουν. Παρ’ όλα αυτά είναι πιθανόν το συγκεκριμένο αγγείο να ήταν πράγματι μια κάθετη κυψέλη με ξύλινους πήχεις-κηρηθροφορείς, παρόμοιο με το παραδοσιακό κρητικό «βρασκί», τοποθετημένο όμως όχι ανάποδα, αλλά σε κάποια απόσταση από το έδαφος, πάνω σε πέτρες, ώστε οι μέλισσες να εξέρχονται από τον πυθμένα. Σε αυτήν όμως την περίπτωση υπολείπεται μια εξήγηση για τις χαμηλά τοποθετημένες λαβές. Και ο «πίθος» από τα Χανιά που αναφέρθηκε παραπάνω θα μπο- ρούσε να αποτελεί ένα προϊστορικό βρασκί. Πάντως χωρίς τη διαπίστωση κάποιων ή όλων των παραπάνω διαγνωστικών χαρακτηριστικών, κανένα από τα προαναφερθέντα αγγεία δεν μπορεί να ταυτιστεί με ασφάλεια με «κάθετη κυψέλη».
 Αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι οι παραδοσιακές οριζόντιες κυψέλες στην Ελλάδα αποτελούν συνέχεια αυτών της Κλασικής εποχής.

 
07 Τοιχογραφία από τον τάφο του Rekhmire στην Αίγυπτο, όπου απεικονίζεται το κάπνισμα μελισσών σε κυψέλες οριζόντιου τύπου (λεπτομέρεια)(αντιγραφέας Nina deGaris Davies, 1926, Metropolitan Museum 30.4.88, από Davies 1944).

 Οι οριζόντιες κυψέλες τοποθετούνταν πλαγια στά και σταθεροποιούνταν σε τοίχους, δέντρα ή με πέτρες, ή τοποθετούνταν η μία πάνω στην άλλη όπως απεικονίζεται στην αιγυπτιακή τοιχογραφία από τον τάφο του Rekhmire (εικ. 7). Το σχήμα των κυψελών αυτών διατηρήθηκε σχεδόν αναλλοίωτο στην αιγυπτιακή παραδοσιακή μελισσοκομία. Αν και είναι πολύ πιθανόν οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι να είχαν γνωρίσει και υιοθετήσει τις οριζόντιες κυψέλες από τους γείτονές τους Αιγύπτιους, δεν υπάρχουν βεβαιωμένα αρχαιολογικά ευρήματα που να πιστοποιούν τη χρήση τους στον ελλαδικό χώρο κατά την Προϊστορική εποχή. Έχει εκφραστεί η άποψη ότι το ιδεόγραμμα  της Γραμμικής Β, που απαντά σε πινακίδες της Κνωσού, απεικονίζει οριζόντια κυψέλη. Αυτό όμως δεν είναι παρά μία υπόθεση – άλλες, διαφορετικές υποθέσεις για το παραπάνω ιδεόγραμμα έχουν προταθεί επίσης. Το αρχαιότερο εύρημα οριζόντιας κυψέλης χρονολογείται στον 10ο αιώνα π.Χ. και προέρχεται από ανασκαφές στο Tel Rehov, στο Ισραήλ.

 Αρχαιολογία και Τέχνες (Archaeology & Arts), ΤΕΥΧΟΣ 126 Απρίλιος 2018, academia.edu

melissokomianet.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου