Μελισσοκομία: Προβλήματα και προοπτικές του κλάδου

Μικρή ανάσα πήραν τη φετινή εμπορική περίοδο οι Έλληνες μελισσοκόμοι, έπειτα από τρία χρόνια αγωνίας και απανωτών προβλημάτων που αντιμετώπισαν λόγω της συρρίκνωσης στην παραγωγή μελιού, που προκλήθηκε από τις κλιματολογικές συνθήκες.
Μεγάλη αστάθεια παρουσίασαν την τελευταία τριετία τα «σίγουρα χαρτιά» της ελληνικής μελισσοκομίας –οι μελιτοεκκρίσεις του πεύκου και του έλατου οδήγησαν στη μείωση της παραγωγής σε ποσοστό που έφτασε ακόμα και στο 70%. Ωστόσο, το 2015 ήταν η χρονιά που επέστρεψε η συγκρατημένη αισιοδοξία στον κλάδο, καθώς περιορίστηκε το πρόβλημα και η μείωση στην παραγωγή κυμάνθηκε πανελλαδικά, ανάλογα με την περιοχή, μεταξύ 10% έως 30%.

Τη χρονιά που πέρασε, παρατηρήθηκε αύξηση στη ζήτηση του μελιού από τους Έλληνες καταναλωτές σε ποσοστό που ξεπερνά το 15%, δίνοντας δύναμη και κουράγιο στους μελισσοκόμους να συνεχίσουν με μεράκι και επαγγελματισμό να παράγουν το «νέκταρ» της ελληνικής υπαίθρου, όπως πολλοί αποκαλούν το μέλι.

Μελισσοκομία στην Ελλάδα 

Η Ελλάδα είναι μία κατεξοχήν μελισσοκομική χώρα, με μακραίωνη παράδοση στη μελισσοκομία, η
οποία οφείλεται στις άριστες περιβαλλοντικές και κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν, αλλά και στην εξαιρετική μελισσοκομική χλωρίδα της. Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του ελληνικού μελιού επικεντρώνονται στις άριστες οργανοληπτικές του ιδιότητες, που οφείλονται κυρίως στην πλούσια βλάστηση της χώρας μας, αλλά και στον τρόπο που ασκείται η μελισσοκομία. Ο κλάδος παρουσιάζει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης και στον εξαγωγικό κλάδο, χάρη στην άριστη ποιότητα των διαφόρων ειδών μελιού και των προϊόντων κυψέλης που παράγονται με μεράκι στην ελληνική ύπαιθρο. Ωστόσο, χρειάζεται να γίνουν σημαντικές διορθωτικές κινήσεις σε ό,τι αφορά στην ενίσχυση της παραγωγικής διαδικασίας, την καθιέρωση σήματος, την πιστοποίηση του προϊόντος, την ανάδειξη της ονομασίας προέλευσης, καθώς και την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών «εργαλείων» της ΕΕ, προκειμένου το ελληνικό μέλι να αποκτήσει σημαντικό κομμάτι στην «πίτα» των εξαγωγών. Απολύτως αναγκαία είναι και η διαφύλαξη της ελληνικής παραγωγής μελιού από τις νοθείες και τις ελληνοποιήσεις επιτηδείων, που στον βωμό του κέρδους πλήττουν σε μεγάλο βαθμό τον κλάδο.

Βαφτίζουν το κινέζικο ελληνικό

Εκπρόσωποι των μελισσοκόμων επισημαίνουν στην «ΥΧ» ότι δεν αρκεί μόνο η αγάπη και το μεράκι για την ενασχόληση με τη μελισσοκομία, στην οποία τα τελευταία χρόνια στρέφονται ολοένα και περισσότεροι, κυρίως νέοι σε ηλικία, παραγωγοί.

Χρειάζεται, όπως τονίζουν οι παραγωγοί, και η στήριξη της Πολιτείας για μια σειρά θεμάτων που ταλανίζουν τον κλάδο, αλλά κυρίως για δυο φλέγοντα ζητήματα. Και αυτά δεν είναι άλλα από το υψηλό κόστος παραγωγής και τις παράνομες ελληνοποιήσεις που γίνονται στο μέλι, οι οποίες πλήττουν τόσο τους επαγγελματίες του κλάδου όσο και τους καταναλωτές, που αγοράζουν εν αγνοία τους, ως ελληνικό, εισαγόμενο μέλι, αμφίβολης ποιότητας, από Κίνα, Βραζιλία, Βουλγαρία κλπ.

Πέραν του κόστους των εισροών και των ελληνοποιήσεων, οι Έλληνες μελισσοκόμοι έρχονται πολλές φορές αντιμέτωποι με τις απώλειες στα μελισσοσμήνη από ζωονόσους.

Παράλληλα, δηλώνουν χαρακτηριστικά πως και ο δικός τους κλάδος δεν θα μπορέσει να σηκώσει κεφάλι –παρά τη δυναμική και τη ζήτηση που παρουσιάζουν τα ελληνικά μελισσοκομικά προϊόντα χάρη στην ποιοτική τους υπεροχή- αν περάσει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο και οι αλλαγές στο φορολογικό σύστημα που σχεδιάζει η κυβέρνηση για τον γεωργοκτηνοτροφικό κλάδο. «Ο κλάδος μας παρουσιάζει δυναμική και έχει προοπτικές που πρέπει να αναζητηθούν στην ενίσχυση της εξωστρέφειας και στην ανάδειξη της ποιότητας του ελληνικού μελιού και των προϊόντων κυψέλης. Ωστόσο, πρέπει πρώτα να ληφθούν μέτρα για δυο σημαντικά ζητήματα, που είναι καίριας σημασίας. Το πρώτο αφορά το υψηλό κόστος παραγωγής, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις συνεχείς μετακινήσεις των μελισσοκόμων, καθώς το επάγγελμα στη χώρα μας γίνεται νομαδικά. Τα έξοδα για αγορά καυσίμων, που απαιτούνται για τις μετακινήσεις, είναι δυσβάσταχτα. Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα στο οποίο πρέπει να επικεντρωθεί η Πολιτεία είναι η πάταξη των ελληνοποιήσεων στο μέλι, για να προστατευτούν οι καταναλωτές, η εγχώρια παραγωγή και το εισόδημα των μελισσοκόμων. Μεγάλο πλήγμα και για τον δικό μας κλάδο θα είναι το ασφαλιστικό και φορολογικό που προωθεί η κυβέρνηση» δήλωσε ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Μελιού και Προϊόντων Κυψέλης, Αχιλλέας Παπαστεργίου, που είναι και επικεφαλής του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Νικήτης στη Χαλκιδική.

Οι μελισσοκόμοι προσθέτουν πως το αυξημένο κόστος παραγωγής ανεβάζει και την τιμή παραγωγού, που κυμαίνεται κατά μέσο όρο στα 4 ευρώ το κιλό, ενώ στη λιανική, ανάλογα με το είδος του μελιού, το προϊόν πωλείται 8 με 9 ευρώ το κιλό.

Διέξοδος οι εξαγωγές

Η αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης του μελιού, αλλά και η σημαντική άνοδος στη ζήτηση των προϊόντων κυψέλης (πρόπολη, βασιλικός πολτός, γύρη, κερί, κηρήθρα κ.ά), αποτελούν κίνητρο και θέτουν ως βασικές προτεραιότητες για τους Έλληνες μελισσοκόμους την ενίσχυση της εξωστρέφειας και τη διεύρυνση της απευθείας πώλησης των προϊόντων τους, χωρίς μεσάζοντες, στους καταναλωτές. «Το ενθαρρυντικό είναι ότι, ακόμα και μέσα στα χρόνια της κρίσης, η ζήτηση του μελιού παρουσιάζει άνοδο. Οι Έλληνες καταναλωτές έχουν βάλει στην καθημερινή διατροφή τους το ελληνικό μέλι και αναγνωρίζουν την ποιότητα και τη θρεπτική του αξία. Στους άμεσους στόχους μας είναι να αυξήσουμε την εγχώρια κατανάλωση, αλλά και να βρούμε νέες αγορές στο εξωτερικό. Η αύξηση των εξαγωγών μελιού μπορεί να αποτελέσει διέξοδο για τον Έλληνα παραγωγό, και σε αυτόν τον τομέα χρειαζόμαστε τη στήριξη από το κράτος. Τα τελευταία χρόνια ορισμένοι μελισσοκομικοί συνεταιρισμοί δημιουργήσαμε καταστήματα λιανικής για να πουλάμε απευθείας, χωρίς μεσάζοντες, τα προϊόντα μας, και βρήκαμε θερμή υποδοχή από τους καταναλωτές» είπε ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Θάσου, Κώστας Παναγιωτόπουλος.

Δεν φτάνει όμως μόνο η καλή πρόθεση και η προσπάθεια των παραγωγών, των συνεταιρισμών και των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται δυναμικά στον μελισσοκομικό κλάδο.

* Ρίξτε μια ματιά στης εισαγωγές και εξαγωγές μελιού στην Ελλάδα τα έτη 2013-2014 πατώντας εδώ.

Η Πολιτεία πρέπει να δώσει περαιτέρω έμφαση στη στήριξη της παραγωγικής διαδικασίας των μελισσοκομικών προϊόντων, αλλά και να ενισχύσει τους τομείς της πιστοποίησης, εμπορίας και τυποποίησης του ελληνικού μελιού, προχωρώντας παράλληλα σε στοχευμένες δράσεις και συνέργειες με άλλους τομείς (όπως για παράδειγμα στη διασύνδεση της μελισσοκομίας με τον τουρισμό και τη γαστρονομία), καθώς και σε προωθητικές ενέργειες σε χώρες στόχους, ώστε το ελληνικό μέλι να κατακτήσει επάξια τη θέση που του αρμόζει στα ράφια των αγορών του εξωτερικού.

Ελένη Σταύρου